Ο "βασιλιάς" των ελληνικών μελιών και σίγουρα ένα και από τα καλύτερα μέλια στον κόσμο, παράγεται από έναν ταπεινό φρυγανοειδή θάμνο που με τίποτα δεν τραβάει το μάτι ώσπου να γεμίσει μαβιά άνθη. Ωστόσο το άρωμα του συμμετέχει στην μυρωδιά του ελληνικού καλοκαιριού και το χρώμα του δίνει χρώμα στο ξερό καλοκαιρινό τοπίο. Μιλάμε φυσικά για το θυμάρι από το οποίο παράγεται το 10% της ετήσιας σοδειάς μελιού.
Στην Ελλάδα βρίσκουμε αρκετά είδη Thymus με το πιο συχνά απαντώμενα τα Coridothymus capitatus, Thymus longicaulis ssp chaubardii, Thymus boissieri var, boissieri και Thymus leucospermus . Φύεται από το επίπεδο της θάλασσας ως και τα 1000 μέτρα υψόμετρο και το συναντάμε σε όλη την Ελλάδα.Παραγωγικοί θυμαρότοποι όμως, που μπορούν να δώσουν θυμαρίσιο μέλι με υψηλή περιεκτικότητα σε γυρεοκόκκους θυμαριού και σε μεγάλη ποσότητα, υπάρχουν κυρίως στην Νότια Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο, την Κρήτη και τα νησιά.
Η ανθοφορία του θυμαριού ανάλογα με το υψόμετρο και τον καιρό διακρίνεται σε πρώιμη (τέλη Μάη) και όψιμη (μέσα - τέλη Ιουνίου), διαρκεί δε ως και ένα μήνα ( αν δεν βρέξει και δεν φυσήξει λίβας). Σε περιοχές που μπορούν να συνδυάζουν και την πρώιμη και την όψιμη ανθοφορία η νεκταροέκκριση διαρκεί ως και 45 ημέρες. Ωστόσο σπάνια οι συνθήκες είναι τόσο ευνοϊκές.
Το θυμαρίσιο μέλι είναι περιζήτητο και ακριβό όχι μόνο για την υπέροχη γεύση και το αρωμά του αλλά και επέιδή δεν μπορεί να παραχθεί σε μεγάλη ποσότητα. Το ελληνικό θυμαρίσιο μέλι ξεχωρίζει από τα άλλα της μεσογείου. Μας το δήλωσαν αυτό οι Γάλλοι, Ισπανοί και Ιταλοί μελισοκόμοι που δοκίμασαν το θυμαρόμελο στο περίπτερο της Ο.Μ.Σ.Ε στο Μονπελιέ και το επαίνεσαν με την ψυχή τους.
Με χρώμα κεχριμπαρένιο που φτάνει να κοκκινίζει σαν του κονιάκ , δυνατό ιξώδες, μοναδικό άρωμα και έντονη γεύση που αφήνει ένα χαρακτηριστικό κάψιμο στο λαιμό είναι ίσως το πιο εύκολα αναγνωρίσιμο μέλι. Στις πιο μονοανθικές του εκδόσεις αργεί να κρυσταλλώσει συγκριτικά με τα άλλα ανθόμελα (6-18 μήνες).
Όσο μοναδικά είναι τα οργανοληπτικά του χαρακτηριστικά εξίσου μοναδικές είναι και οι βιολογικές του ιδιότητες. Στην εξαιρετική της εργασία με τίτλο "Μελέτη χημικών συστατικών - Βιολογικές δράσεις Ελληνικών θυμαρίσιων μελιών" , η Δρ.Ιωάννα Χήνου αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Φαρμακευτικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών , τις περιγράφει ως εξής:
Τα ελληνικά θυμαρίσια μέλια με υψηλά % ποσοστά από γυρεόκοκκους Thymus sp. (μεγαλύτερα από 50%, είναι τα μόνα ελληνικά μέλια που περιέχουν μια τριόλη (χημικό όνομα E-4(1.2.4- Trihydroxy-2.6.6.-trimethycyclohexyl)- but-3-en-2-one). Η τριόλη αυτή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως
χημικός δείκτης - αποτύπωμα , για την διάκριση-ταυτοποίηση των μελιών αυτών. Η έρευνα της κ.Χήνου έδειξε ότι η παραπάνω ουσία δεν προκύπτει από το φυτό (από αποικοδόμηση καροτενοειδών του) αλλά από χημική μετατροπή καροτενοειδών κατά την διάρκεια ή μετά την μεταφορά στην κυψέλη από τις μέλισσες .
Μελετήθηκαν επίσης τα πτητικά συστατικά των ελληνικών θυμαρίσιων μελιών . Μεταξύ αυτών ανιχνεύθηκαν παράγωγα του 3,4,5 trimethoxybenzoate, που μέχρι σήμερα είχαν αναφερθεί μόνο σε δείγματα μελιού Μανούκα της Αυστραλίας (Leptospermumscoparium) , ενώ ιδιαίτερα αξιοσημίωτη ήταν η παρουσία και απομόνωση - ταυτοποίηση της ουσίας 3-hydroxy-4-phenyl-2-butanone, ενός φυσικού προϊόντος με εξαίσια οσμή, που δεν έχει ανιχνευθεί ποτέ μέχρι σήμερα , σε κανένα είδος μελιού και σε κανένα φυτό της Ελληνικής χλωρίδας. Είχε όμως προηγούμενα αναφερθεί ως συστατικό των αιθέριων ελαίων των υποτροπικών φυτών Mimusops elengi L. από την Μαλαισία και Wisteria floribunda από την Ιαπωνία.
Όλα τα δείγματα θυμαρίσιων μελιών εμφάνισαν μέση έως ισχυρή αντίμικροβιακή δράση έναντι πρότυπων Gram (+) βακτηριακών στελεχών S. aureus, S.epidermidis, E.coli, P.aeruginosa, K.pneumomiae, E.cloaceae των βακτηρίων της στοματικής κοιλότητας S.viridians και S.mutans και των περισσοτέρων από 17 κλινικά ανθεκτικά βακτηριακά στελέχη, καθώς και των ανθρωποπαθογόνων C.albicans, C.tropicalis και C.Glabrata. Τα θυμαρίσια μέλια με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε τριόλη , άρα και μεγαλύτερη αναλογία γυρεοκόκκων θυμαριού, είχαν και ισχυρότερη αντιμικροβιακή δράση.
Ενώ η αντιοξειδωτική δράση του θυμαρίσιου μελιού δεν φαίνεται να είναι μεγάλη, φαίνεται όμως να έχει χημειοπροστατευτική δράση έναντι του καρκίνου του μαστού , προστάτη και ενδομητρίου.
Παραδοσιακά το θυμαρίσιο μέλι χρησιμοποιείται σε λοιμώξεις του αναπνευστικού , ως τονωτικό του οργανισμού, για την καλύτερη πέψη και λύση των σπασμών του στομάχου του εντέρου. Σε πληγές ως αντισηπτικό και επουλωτικό, έχει χρησιμοποιηθεί και από τον Δρ Ντεσκότ επί 25 χρόνια , στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λιμόζ.
Θα μπορούσε το ελληνικό θυμαρίσιο μέλι να έχει τη διεθνή προβολή και θεραπευτική κατοχύρωση που έχει το μέλι Μάνουκα?Πιστεύουμε ότι σίγουρα μπορεί, εφόσον συνδυαστούν οι έρευνες των επιστημόνων με τις σωστές κινήσεις προώθησης εκ μέρους του μελισσοκομικού κλάδου και εφόσον όλοι όσοι το παράγουν τηρούν πολύ πιστά την ορθή μελισσοκομική πρακτική.
Πηγή : Μελισσοκομικό Βήμα
Στην Ελλάδα βρίσκουμε αρκετά είδη Thymus με το πιο συχνά απαντώμενα τα Coridothymus capitatus, Thymus longicaulis ssp chaubardii, Thymus boissieri var, boissieri και Thymus leucospermus . Φύεται από το επίπεδο της θάλασσας ως και τα 1000 μέτρα υψόμετρο και το συναντάμε σε όλη την Ελλάδα.Παραγωγικοί θυμαρότοποι όμως, που μπορούν να δώσουν θυμαρίσιο μέλι με υψηλή περιεκτικότητα σε γυρεοκόκκους θυμαριού και σε μεγάλη ποσότητα, υπάρχουν κυρίως στην Νότια Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο, την Κρήτη και τα νησιά.
Η ανθοφορία του θυμαριού ανάλογα με το υψόμετρο και τον καιρό διακρίνεται σε πρώιμη (τέλη Μάη) και όψιμη (μέσα - τέλη Ιουνίου), διαρκεί δε ως και ένα μήνα ( αν δεν βρέξει και δεν φυσήξει λίβας). Σε περιοχές που μπορούν να συνδυάζουν και την πρώιμη και την όψιμη ανθοφορία η νεκταροέκκριση διαρκεί ως και 45 ημέρες. Ωστόσο σπάνια οι συνθήκες είναι τόσο ευνοϊκές.
Το θυμαρίσιο μέλι είναι περιζήτητο και ακριβό όχι μόνο για την υπέροχη γεύση και το αρωμά του αλλά και επέιδή δεν μπορεί να παραχθεί σε μεγάλη ποσότητα. Το ελληνικό θυμαρίσιο μέλι ξεχωρίζει από τα άλλα της μεσογείου. Μας το δήλωσαν αυτό οι Γάλλοι, Ισπανοί και Ιταλοί μελισοκόμοι που δοκίμασαν το θυμαρόμελο στο περίπτερο της Ο.Μ.Σ.Ε στο Μονπελιέ και το επαίνεσαν με την ψυχή τους.
Με χρώμα κεχριμπαρένιο που φτάνει να κοκκινίζει σαν του κονιάκ , δυνατό ιξώδες, μοναδικό άρωμα και έντονη γεύση που αφήνει ένα χαρακτηριστικό κάψιμο στο λαιμό είναι ίσως το πιο εύκολα αναγνωρίσιμο μέλι. Στις πιο μονοανθικές του εκδόσεις αργεί να κρυσταλλώσει συγκριτικά με τα άλλα ανθόμελα (6-18 μήνες).
Όσο μοναδικά είναι τα οργανοληπτικά του χαρακτηριστικά εξίσου μοναδικές είναι και οι βιολογικές του ιδιότητες. Στην εξαιρετική της εργασία με τίτλο "Μελέτη χημικών συστατικών - Βιολογικές δράσεις Ελληνικών θυμαρίσιων μελιών" , η Δρ.Ιωάννα Χήνου αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Φαρμακευτικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών , τις περιγράφει ως εξής:
Τα ελληνικά θυμαρίσια μέλια με υψηλά % ποσοστά από γυρεόκοκκους Thymus sp. (μεγαλύτερα από 50%, είναι τα μόνα ελληνικά μέλια που περιέχουν μια τριόλη (χημικό όνομα E-4(1.2.4- Trihydroxy-2.6.6.-trimethycyclohexyl)- but-3-en-2-one). Η τριόλη αυτή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως
χημικός δείκτης - αποτύπωμα , για την διάκριση-ταυτοποίηση των μελιών αυτών. Η έρευνα της κ.Χήνου έδειξε ότι η παραπάνω ουσία δεν προκύπτει από το φυτό (από αποικοδόμηση καροτενοειδών του) αλλά από χημική μετατροπή καροτενοειδών κατά την διάρκεια ή μετά την μεταφορά στην κυψέλη από τις μέλισσες .
Μελετήθηκαν επίσης τα πτητικά συστατικά των ελληνικών θυμαρίσιων μελιών . Μεταξύ αυτών ανιχνεύθηκαν παράγωγα του 3,4,5 trimethoxybenzoate, που μέχρι σήμερα είχαν αναφερθεί μόνο σε δείγματα μελιού Μανούκα της Αυστραλίας (Leptospermumscoparium) , ενώ ιδιαίτερα αξιοσημίωτη ήταν η παρουσία και απομόνωση - ταυτοποίηση της ουσίας 3-hydroxy-4-phenyl-2-butanone, ενός φυσικού προϊόντος με εξαίσια οσμή, που δεν έχει ανιχνευθεί ποτέ μέχρι σήμερα , σε κανένα είδος μελιού και σε κανένα φυτό της Ελληνικής χλωρίδας. Είχε όμως προηγούμενα αναφερθεί ως συστατικό των αιθέριων ελαίων των υποτροπικών φυτών Mimusops elengi L. από την Μαλαισία και Wisteria floribunda από την Ιαπωνία.
Όλα τα δείγματα θυμαρίσιων μελιών εμφάνισαν μέση έως ισχυρή αντίμικροβιακή δράση έναντι πρότυπων Gram (+) βακτηριακών στελεχών S. aureus, S.epidermidis, E.coli, P.aeruginosa, K.pneumomiae, E.cloaceae των βακτηρίων της στοματικής κοιλότητας S.viridians και S.mutans και των περισσοτέρων από 17 κλινικά ανθεκτικά βακτηριακά στελέχη, καθώς και των ανθρωποπαθογόνων C.albicans, C.tropicalis και C.Glabrata. Τα θυμαρίσια μέλια με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε τριόλη , άρα και μεγαλύτερη αναλογία γυρεοκόκκων θυμαριού, είχαν και ισχυρότερη αντιμικροβιακή δράση.
Ενώ η αντιοξειδωτική δράση του θυμαρίσιου μελιού δεν φαίνεται να είναι μεγάλη, φαίνεται όμως να έχει χημειοπροστατευτική δράση έναντι του καρκίνου του μαστού , προστάτη και ενδομητρίου.
Παραδοσιακά το θυμαρίσιο μέλι χρησιμοποιείται σε λοιμώξεις του αναπνευστικού , ως τονωτικό του οργανισμού, για την καλύτερη πέψη και λύση των σπασμών του στομάχου του εντέρου. Σε πληγές ως αντισηπτικό και επουλωτικό, έχει χρησιμοποιηθεί και από τον Δρ Ντεσκότ επί 25 χρόνια , στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λιμόζ.
Θα μπορούσε το ελληνικό θυμαρίσιο μέλι να έχει τη διεθνή προβολή και θεραπευτική κατοχύρωση που έχει το μέλι Μάνουκα?Πιστεύουμε ότι σίγουρα μπορεί, εφόσον συνδυαστούν οι έρευνες των επιστημόνων με τις σωστές κινήσεις προώθησης εκ μέρους του μελισσοκομικού κλάδου και εφόσον όλοι όσοι το παράγουν τηρούν πολύ πιστά την ορθή μελισσοκομική πρακτική.
Πηγή : Μελισσοκομικό Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου